Η κάθε μέρα που ζούμε είναι ένα δώρο.
Δύο άνδρες, και οι δύο σοβαρά άρρωστοι, έμεναν στο ίδιο δωμάτιο ενός νοσοκομείου. Ο ένας άντρας από τους δυο ήταν συνεχώς καθηλωμένος στο κρεβάτι του. Στον άλλο άντρα οι γιατροί του επέτρεπαν να σηκώνεται από το κρεβάτι του για μια ώρα κάθε απόγευμα, να πηγαίνει στο μοναδικό παράθυρο του θαλάμου που βρίσκονταν δίπλα του και να χαζεύει για λίγο την ζωή έξω από το νοσοκομείο. Οι δυο άνδρες μιλούσαν για ώρες. Μιλούσαν για τις οικογένειες τους, για τα σπίτια τους, για τις δουλειές τους, για τη θητεία τους στο στρατό. Κάθε απόγευμα, όταν ο ένας άνδρας σηκώνονταν και πήγαινε στο παράθυρο, περνούσε την ώρα του περιγράφοντας στον συγκάτοικο του όλα όσα μπορούσε να δει έξω από το παράθυρο. Μέρα με τη μέρα ο καθηλωμένος άνδρας άρχισε να ζει περιμένοντας αυτές τις περιόδους της μίας ώρας όπου με την φαντασία του μπορούσε να δει για λίγο και αυτός έξω από τους τέσσερις άψυχους τοίχους του δωματίου του. Το παράθυρο έβλεπε σε ένα πάρκο με μια όμορφη λιμνούλα. Πάπιες και κύκνοι έ