Το μυστικό του δαμασκηνού ατσαλιού.

 Το δαμασκηνό ατσάλι ήταν ένα μεγάλο μυστήριο για αιώνες, αφού οι επιδόσεις του ήταν γνωστές αλλά ο ακριβής τρόπος κατασκευής του ήταν άγνωστος στον δυτικό κόσμο. Σήμερα, εκτός από το αυθεντικό δαμασκηνό ατσάλι έχουμε και τη μοντέρνα εκδοχή του, που στην πραγματικότητα είναι κάτι εντελώς διαφορετικό.

Το μυστήριο του δαμασκηνού ατσαλιού ξεκινά κάπου στα βάθη του Μεσαίωνα, όταν οι Σταυροφόροι επέστρεψαν στην Ευρώπη απορημένοι από τις μαγικές (για τα δεδομένα της εποχής) επιδόσεις κάποιων ιδιαίτερα κοφτερών σπαθιών που συνάντησαν στους Άγιους Τόπους. Σε αντίθεση με τα δικά τους, μεγάλα, βαριά και μάλλον χοντροκομμένα σπαθιά, τα σπαθιά των πολεμιστών της Ανατολής ήταν λεπτότερα, και φαίνεται ότι έκοβαν πάρα πολύ καλά, αντίστοιχα με ένα μαχαίρι ή ένα ξυράφι. Η φήμη της εποχής έλεγε ότι ένα τέτοιο σπαθί μπορούσε να κόψει στον αέρα ένα μεταξωτό μαντίλι ή να χωρίσει στα δύο ένα πουπουλένιο μαξιλάρι, άθλοι πραγματικά ανήκουστοι για τα δεδομένα της δυτικής μεταλλουργίας της εποχής. Τα παράξενα «νερά» που φαίνονταν πάνω στην επιφάνεια του ατσαλιού, μαρτυρούσαν κάτι παράξενο στη σύνθεση και στην κατασκευή του σπαθιού, όμως ήταν εξαιρετικά δύσκολο για κάποιον να καταφέρει να ανακαλύψει το μυστικό.

Με την πάροδο των αιώνων, η μεταλλουργία εξελίχθηκε με διάφορους τρόπους και στις ευρωπαϊκές χώρες, οπότε και ανακαλύφθηκαν αρκετοί ακόμα τρόποι κατασκευής ενός καλού, κοφτερού σπαθιού. Όμως, το μυστήριο του πραγματικού δαμασκηνού ατσαλιού παρέμενε άλυτο, αφού κανείς δεν είχε καταφέρει να εξηγήσει την όψη της επιφάνειας του υλικού με τα «νερά» που θυμίζουν κάποιο είδος ξύλου. Σε απάντηση αυτού του ερωτήματος, ήλθαν αρκετές σύγχρονες εκδοχές αυτού που ονομάζουμε σήμερα «δαμασκηνό ατσάλι», το οποίο όμως στην πραγματικότητα δεν έχει μεγάλη σχέση με το αυθεντικό. 


 

Το κοινό σημείο βρίσκεται μόνο στην ιδιαίτερη όψη, αφού το σύχρονο «δαμασκηνό» είναι ένα ατσάλι που καταφέρνει να δώσει την εικόνα των «νερών» και της μοναδικής όψης της επιφάνειας, με έναν τρόπο, όμως, εντελώς διαφορετικό από τον αυθεντικό. Υπάρχουν δύο διαφορετικοί τρόποι κατασκευής ενός σύγχρονου δαμασκηνού ατσαλιού, το οποίο, προς αποφυγήν παρεξηγήσεως, σαφώς και δεν υπονοούμε ότι είναι «ψεύτικο» ή παραπλανητικό («μαϊμού» στην καθομιλουμένη). Άλλωστε, ακόμα και το «σύγχρονο δαμασκηνό» είναι ούτως ή άλλως ένα ιδιαίτερο ατσάλι υψηλής ποιότητας και κόστους, απλώς ο τρόπος κατασκευής του είναι εντελώς διαφορετικός, οπότε και η ονομασία του κακώς παραπέμπει στο πραγματικό δαμασκηνό (το οποίο, με τη σειρά του, δεν κατασκευαζόταν στη Δαμασκό της Συρίας αλλά ερχόταν από την Ινδία, οπότε ας ξεχάσουμε την αυθεντικότητα της ονοματολογίας…). Έτσι, το σύγχρονο δαμασκηνό βασίζεται στις διαφορετικές ιδιότητες δύο διαφορετικών κραμάτων ατσαλιού, όπου συνήθως το ένα από τα δύο είναι λίγο πιό μαλακό και το άλλο πιό σκληρό, ενώ το ένα γυαλίζει λίγο περισσότερο χάρη στο νικέλιο που περιέχει, ενώ το άλλο σκουραίνει πιό γρήγορα υπό την επίδραση κάποιου οξέος. Έτσι, και στις δύο περιπτώσεις «ανακατεύουμε» σφυρηλατώντας μαζί σε υψηλή θερμοκρασία, δύο διαφορετικά είδη ατσαλιού, με τη διαφορά ότι στη μία περίπτωση διπλώνουμε και ξαναδιπλώνουμε πολλές φορές προς διάφορες κατευθύνσεις τα φύλλα των διαφορετικών υλικών έτσι ώστε να φτιάξουμε ένα τελικό αποτέλεσμα με «νερά» ιδιαίτερου (και πάντοτε μοναδικού) σχήματος, ενώ, στη δεύτερη περίπτωση, τα φύλλα τοποθετούνται εναλλάξ το ένα πάνω στο άλλο και σφυρηλατούνται σε μία μόνο διεύθυνση, έτσι ώστε να φτιάξουν μιά λάμα σε στρώσεις που θυμίζουν τα αντίστοιχα δίχρωμα κοντάκια των σκοπευτικών όπλων. Με τη δεύτερη αυτή τεχνική είναι κατασκευασμένο και το μαχαίρι που επιλέξαμε για τις φωτογραφίες μας, το οποίο φέρει τον χαρακτηρισμό «δαμασκηνό ατσάλι» δικαίως μεν, καλύπτοντας όμως μόνο την πιό απλή και σύγχρονη εκδοχή του όρου. Παρατηρήστε τους διαφορετικούς χρωματισμούς στις στρώσεις του ατσαλιού, οι οποίοι τονίζονται και με τη χρήση κάποιου χημικού οξέος που χρησιμοποιείται στο τελικό στάδιο κατασκευής του μαχαιριού, αφού έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της διαμόρφωσης της λάμας και του ακονίσματος.


 

Τα δύο διαφορετικά είδη ατσαλιού αντιδρούν με διαφορετικό τρόπο στην επίθεση από το οξύ, με αποτέλεσμα να τονίζονται οι χρωματικές διαφορές και να μένει αυτό το πραγματικά πανέμορφο αποτέλεσμα στη λάμα μας. Υπάρχει και πρακτικό όφελος, πάντως, αφού η μεσαία στρώση της λάμας που εκτείνεται μέχρι και την κόψη, καστασκευάζεται από πολύ σκληρό ατσάλι VG-10 το οποίο, μάλιστα, στο συγκεκριμένο μαχαίρι έχει επιλεγεί να γίνει σκληρότερο από το συνηθισμένο (Rc60-61), με τη λογική ότι οι εξωτερικές στρώσεις από μαλακότερο και πιό όλκιμο ατσάλι προστατεύουν τη λάμα από οποιαδήποτε μηχανική ταλαιπωρία.
Με παρόμοιο τρόπο κατασκευάζονται αρκετές παρόμοιες λάμες εργοστασιακών μαχαιριών, αλλά και με παραπλήσιο τρόπο κατασκευάζονται και τα περισσότερα μαχαίρια-κομψοτεχνήματα που κυκλοφορούν από μικρούς εξειδικευμένους κατασκευαστές σε όλο τον κόσμο. Η διαφορά είναι ότι στα πιό «καλλιτεχνικά» χειροποίητα μαχαίρια χρησιμοποιείται περισσότερο η πρώτη από τις δύο τεχνικές που προαναφέραμε, με τα διαφορετικά είδη ατσαλιού να διπλώνονται πολλές φορές και προς πολλές κατευθύνσεις, ώστε να δώσουν ένα πραγματικά μοναδικό αποτέλεσμα με κάθε λάμα να έχει την ομορφιά αλλά και τη μοναδικότητα ενός «δακτυλικού αποτυπώματος».

Καλά όλα αυτά, τί είναι όμως το πραγματικό δαμασκηνό ατσάλι; Οι θεωρίες διαφόρων ερευνητών επιβεβαιώθηκαν μόλις την περασμένη δεκαετία μετά από πειράματα κέντρων μεταλλουργικής έρευνας αλλά και την έρευνα ενός καθηγητή σε αμερικανικό πανεπιστήμιο, και το συμπέρασμα είναι ότι, κατ’ αρχάς, τα «νερά» στο δαμασκηνό ατσάλι δεν κατασκευάζονταν επίτηδες για αισθητικούς, αλλά προέκυπταν από πρακτικούς λόγους. Η επόμενη σημαντική διαπίστωση είναι ότι το πραγματικό δαμασκηνό ατσάλι δεν κατασκευάζεται από ανάμιξη δύο διαφορετικών ατσαλιών, αλλά τα «νερά» που βλέπουμε είναι η απόδειξη των σχηματισμών κάποιων μορφών καρβιδίων κατά τη θερμική κατεργασία ενός κράματος ατσαλιού με περισσότερο άνθρακα από το συνηθισμένο (έως και 1,5-1,8%) αλλά και με κάποια πρόσθετα υλικά που βρέθηκαν στην πρώτη ύλη της Ινδίας την εποχή των Σταυροφόρων, μάλλον από λάθος και με τη μορφή ακαθαρσιών, παρά επίτηδες. Φαίνεται, λοιπόν, ότι το μυστικό του πραγματικού δαμασκηνού ατσαλιού είναι η μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε άνθρακα (σήμερα μπορεί κανείς να το βρει και με την ονομασία wootz που προέρχεται από αρχαία ινδική λέξη) και η πολύ συγκεκριμένη θερμική κατεργασία, με κύκλους θέρμανσης και σφυρηλάτησης που μπορεί να επαναλαμβάνονται για 40 ή 50 φορές για κάθε λάμα, ενώ βοηθά και η ύπαρξη συγκεκριμένων ακαθαρσιών στο αρχικό κράμα. Οι λεπτομέρειες της διαδικασίας έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικές έρευνες που προέκυψαν από την ανάλυση αυθεντικών μεσαιωνικών σπαθιών αλλά και σε προσπάθειες πρακτικής εφαρμογής της θεωρίας, και μας πείθουν ότι το μυστήριο έχει λυθεί, ενώ με βάση όλες αυτές τις πληροφορίες φαίνεται ότι το ιδιαίτερο σχήμα της επιφάνειας είναι απλώς αποτέλεσμα της διαδικασίας και όχι αυτοσκοπός του κατασκευαστή.
Επιστρέφοντας στην πρακτική πλευρά του θέματος, σημειώνουμε και πάλι ότι σήμερα είναι εξαιρετικά δύσκολο (και αντίστοιχα ακριβό) να αποκτήσει κάποιος ένα σπαθί ή ένα μαχαίρι από παραδοσιακό δαμασκηνό ατσάλι. Όμως, το σύγχρονο δαμασκηνό ατσάλι, μπορεί να είναι διαφορετικό στη φιλοσοφία και την κατασκευή, δεν παύει όμως να είναι ένα ιδιαίτερο ατσάλι που προσφέρει επίδοση αλλά και ξεχωριστή ομορφιά, και αυτή ακριβώς η ιδιαιτερότητά του είναι που το κάνει και ιδιαίτερα επιθυμητό από τους συλλέκτες και όσους μπορούν να εκτιμήσουν το κάτι διαφορετικό.

Σχόλια