Θουκυδίδης: Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή

Ο Θουκυδίδης με το απόσπασμα Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή μας έχει χαρίσει ένα αριστουργηματικό κείμενο της ελληνικής λογοτεχνίας.


 

Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή αποτελεί μέρος του εξαιρετικού έργου του Θουκυδίδη, ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Δεν είχε ονοματίσει το έργο του και οι ονομασίες «Θουκυδίδου Ιστορίαι», «Πελοποννησιακοί Πόλεμοι», «Θουκυδίδου Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» κ.ά. προέρχονται από τους μελετητές.

Ο Θουκυδίδης και το έργο του

Ο Θουκυδίδης επέλεξε να γράψει για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, τον πόλεμο Αθήνας-Σπάρτης (431π.Χ. – 404π.Χ.). Άρχισε τη συγγραφή του έργου του με το ξεκίνημα του πολέμου. Πίστευε από την αρχή πως ο συγκεκριμένος πόλεμος θα είχε τρομερές συνέπειες καθώς και οι δύο μεγάλες δυνάμεις – Αθήνα και Σπάρτη – βρίσκονταν στην ακμή τους, με πλούσιο εξοπλισμό.

Μέσα από το έργο του ο Θουκυδίδης θέλησε να δείξει την καταστροφή που φέρνει ο πόλεμος. Τον ανθρώπινο πόνο και τις απώλειες που προκαλεί. Οι περιγραφές του φαίνεται να έχουν ως στόχο να διαβαστούν από τις μεταγενέστερες γενιές, για να αποφύγουν τα λάθη του παρελθόντος.

 

 Ο Θουκυδίδης αφιέρωσε όλη τη ζωή του στο έργο του.


 

Υπήρξε ο πρώτος επιστήμονας ιστορικός που έψαξε να βρει την αλήθεια των γεγονότων, όσο φυσικά αυτό ήταν εφικτό. Ήταν ο πρώτος που κατάλαβε πόσο σημαντικό ήταν να βάζει τα γεγονότα σε σωστή χρονολογική σειρά. Αναρωτήθηκε και έψαξε για τις αιτίες και τις αφορμές των γεγονότων, ενώ μίλησε με πολλά πρόσωπα της εποχής. Επίσης, είχε καταλάβει πως ο μελετητής των ιστορικών γεγονότων θα πρέπει να έχει γνώση του τόπου που περιγράφει, του τόπου όπου εξελίχθηκαν τα γεγονότα.

Ο Θουκυδίδης έβαλε τα θεμέλια για την επιστήμη της ιστορίας.

Το έργο του χωρίζεται σε οκτώ βιβλία. Έχει χωριστεί από τους μελετητές και όχι από τον ίδιο. Στο έργο του, εκτός από την περιγραφή των γεγονότων υπάρχουν και λόγοι (σ.σ. οι δημηγορίες ) τους οποίους εκφώνησαν διάφορα ιστορικά πρόσωπα. Οι δημηγορίες ήταν ομιλίες πολιτικών αρχηγών, στρατηγών κ.ά. Μία από αυτές ήταν και ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή. Οι μελετητές του έργου του Θουκυδίδη είναι δύσκολο να ξεχωρίσουν τι πραγματικά ειπώθηκε από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο έργο του και τι πρόσθεσε ο ίδιος.

 

Η Βιογραφία του Θουκυδίδη

Παρά το γεγονός πως έχουν γραφτεί τρεις βιογραφίες για τον Θουκυδίδη, μία μεγάλη μερίδα ιστορικών δεν τις αποδέχεται. Τις χρησιμοποιούν σα συμπλήρωμα στα όσα ήδη γνωρίζουν από τον ίδιο τον Θουκυδίδη. Όσα γνωρίζουμε για τον Θουκυδίδη είναι τα στοιχεία που μας δίνει ο ίδιος μέσα από το έργο του. Γεννήθηκε το αργότερο το 454 π.Χ. και ήταν γιος του Ολόρου. Είναι πολύ πιθανό να πέθανε μετά το 399 π.Χ. καθώς το έργο του τελειώνει απότομα. Εικάζεται πως ο θάνατος του ιστορικού ήταν αιφνίδιος.

Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο του και η διήγησή του σταματάει απότομα το 411 π.Χ.

Ο Θουκυδίδης και Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή


 

Ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή δεν είναι ξεχωριστό έργο του Θουκυδίδη. Περιλαμβάνεται μέσα στο έργο για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και βρίσκεται στο δεύτερο βιβλίο. Πρόκειται για τον επικήδειο λόγο που εκφώνησε ο Περικλής για την τιμή των νεκρών μετά το πρώτο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου.

«Τὸν ἴδιο χειμώνα οἱ Ἀθηναίοι οργάνωσαν, κατὰ τὴν ἀρχαία συνήθεια, τὴν τελετὴ τῆς δημόσιας ταφῆς τῶν πρώτων νεκρῶν τοῦ πολέμου. Ἡ ἑτοιμασία γίνεται μὲ τὸν ἑξῆς τρόπο. Τρεῖς μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν τελετὴ κατασκευάζουν μιὰν ἐξέδρα καὶ ἀποθέτουν ἐκεῖ τὰ ὀστὰ τῶν νεκρῶν. Ὁ καθένας, ἄν θέλη, μπορεῖ νὰ φέρη ἕνα ἀφιέρωμα στὸν δικό του. Ὅταν ἔρθη ἡ στιγμὴ τῆς ἐκφορᾶς, τοποθετοῦν φέρετρα κυπαρισσένια ἐπάνω σὲ ἁμάξια. Ἕνα φέρετρο γιὰ κάθε φυλή. Τὰ ὀστὰ τοῦ κάθε νεκροῦ εἶναι στὸ φέρετρο τῆς φυλῆς του.

Ἕνα ὅμως φέρετρο τό μεταφέρουν κενό. Εἶναι τῶν ἀφανῶν, ἐκείνων ποὺ τὰ σώματα δὲν βρέθηκαν.

Στὴν τελετὴ πηγαίνει ὅποιος θέλει, εἴτε πολίτης εἴτε ξένος. Πηγαίνουν καὶ οἱ γυναῖκες, συγγενεῖς, ποὺ στέκονται μπροστά στὸν τάφο καὶ μοιρολογοῦν. Ἀποθέτουν τοὺς νεκροὺς στὸ δημόσιο νεκροταφεῖο ποὺ βρίσκεται στὸ ωραιότερο προάστιο τῆς πόλης. Ἐκεῖ θάβουν πάντα τοὺς νεκροὺς τοῦ πολέμου. Μόνη ἐξαίρεση ἔκαναν γιὰ ὅσους ἔπεσαν στὸν Μαραθῶνα. Αὐτούς, γιὰ τὴν ἒξαιρετική τους ἀνδρεία, ἔκριναν πὼς ἔπρεπε νὰ τοὺς θάψουν στὸν τόπο τῆς μάχης.

Ὅταν τοὺς σκεπάση ἡ γῆ, ἕνας πολίτης, ξεχωριστὸς γιὰ τὴν ἀξια του καὶ τὰ χαρίσματά του, ὁρισμένος ἀπὸ τὴν Πολιτεία, κάνει τὸν ἔπαινο τῶν νεκρῶν. Ἔπειτα ὁ κόσμος φεύγει. Ἔτσι γίνεται ἡ ταφή. Ὅσο βαστοῦσε ὁ πόλεμος, κρατοῦσαν τὴν συνήθεια αὐτὴ κάθε φορὰ πού ἔπρεπε. Γιὰ τοὺς πρώτους νεκροὺς τοῦ πολέμου ὅρισαν νὰ μιλήση ὁ Περικλῆς τοῦ Ξανθίππου. Ὅταν ἦρθε ἡ στιγμή προχώρησε ἀπὸ τὸ μνημεῖο, ἀνέβηκε σ’ ἕνα ψηλὸ βῆμα γιὰ νὰ τὸν ἀκούη τὸ συγκεντρωμένο πλῆθος καὶ εἶπε:»

(σ.σ. απόσπασμα από το έργο του Θουκυδίδη, μετάφραση: Άγγελος Σ. Βλάχος)

Στον Επιτάφιο Λόγο του Περικλή επαινείται η δημοκρατία ως η ωριμότερη μορφή διακυβέρνησης ενός Κράτους. Το κείμενο εισχωρεί στη βαθύτερη ουσία των θεσμών, των καταστάσεων και των ανθρώπων. Δε μπορούμε να γνωρίζουμε με ακρίβεια αν ήταν λόγια του Περικλή ή αν ήταν λόγια που έγραψε ο ίδιος ο Θουκυδίδης. Όπως και να έχει όμως, πρόκειται για ένα αριστουργηματικό κείμενο της ελληνικής λογοτεχνίας.

«…Αὐτά εἶναι, μαζὶ μὲ πολλὰ ἄλλα, ποὺ κάνουν θαυμαστὴ τὴν πόλη μας. Ἀγαποῦμε τὸ ὡραῖο, ἀλλά μένομε ἁπλοὶ καὶ φιλοσοφοῦμε χωρὶς νὰ εἴμαστε νωθροί. Τὸν πλοῦτο μας τὸν ἔχομε γιὰ νὰ τὸν χρησιμοποιοῦμε σὲ ἔργα καὶ ὄχι γιὰ νὰ τὸν καυχιόμαστε. Δὲν θεωροῦμε ντροπὴ τὴ φτώχεια. Ντροπὴ εἶναι νὰ μὴν τὴν ὰποφεύγη κανεὶς δουλεύοντας. Οἵ ἴδιοι, ἐμεῖς, φροντίζομε καὶ τὶς ἰδιωτικὲς μας ὑποθέσεις καὶ τὰ δημόσια πράγματα κ’ ὲνῶ ὁ καθένας μας φροντίζει τὶς δουλειές του, τοῦτο δὲν μᾶς ἐμποδίζει νὰ κατέχωμε καὶ τὰ πολιτικά.

Μόνο ἐμεῖς θεωροῦμε πὼς εἶναι ὄχι μόνον ἀδιάφορος, ἀλλὰ καὶ ἄχρηστος ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἐνδιαφέρεται στὰ πολιτικά.

Ἐμεῖς οἱ ἴδιοι κρίνομε κι ἀποφασίζομε γιὰ τὰ ζητήματά μας καὶ θεωροῦμε πὼς ὁ λόγος δὲν βλάφτει τὸ ἔργο. Ἀντίθετα, πιστεύομε πὼς βλαβερὸ εἶναι τὸ νὰ ἀποφασίζη κανεὶς χωρὶς νὰ ἔχει φωτιστῆ. Διαφέρομε ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ σὲ τοῦτο. Εἴμαστε τολμηροί, κι ὅμως ζυγίζομε καλὰ τὴν κάθε ἐπιχείρησή μας, ἐνῶ τοὺς ἄλλους ἡ ἄγνοια τοὺς κάνει θρασεῖς κ’ ἡ γνῶση ἀναποφάσιστους. Ἐκεῖνοι πρέπει νὰ κρίνωνται γενναιότεροι, ὅσοι ξέρουν καλὰ ποιὸ εἶναι τὸ εὐχάριστο καὶ ποιὸ τὸ φοβερὸ κι ὅμως δὲν προσπαθοῦν ν’ ἀποφύγουν τὸν κίνδυνο. Καὶ στὴν διάθεση μας ἀπέναντι στοὺς ξένους διαφέρομε ἀπ’ τοὺς πολλούς, γιατὶ ἀποκτοῦμε φίλους εὐεργετώντας τους καὶ ὄχι περιμένοντας ἀπ’ αὐτοὺς κάποιο καλό….» 

 

 

Πηγή: Από την Αντιγόνη Στεφανίδου

 

 

Σχόλια