«Εγχειρίδιον» του Επίκτητου


 Εάν θέλεις να προκόψεις, άφησε τους συλλογισμούς αυτού του είδους, «εάν αμελήσω τις υποθέσεις μου, δε θα έχω τρόφιμα», «εάν δεν τιμωρήσω τον δούλο μου, θα γίνει πονηρός».

Είναι καλύτερα να πεθάνεις από λιμό, έχοντας γίνει άλυπος και άφοβος, παρά να ζεις στην αφθονία, όντας ταραγμένος.

Καλύτερα να είναι κακός ο δούλος σου, παρά εσύ κακοδαίμονας.

Άρχισε λοιπόν, από τα μικρά. Χύνεται το λαδάκι, κλέβεται το κρασάκι.

Λέγε, λοιπόν, ότι «τόσο πωλείται η απάθεια, τόσο η αταραξία».

Χαριστικά τίποτα δεν παίρνεις.

Όταν καλείς τον δούλο σου, να θυμάσαι ότι δύναται να μην υπακούσει και –εάν υπακούσει- να μην κάνει τίποτε από όσα θέλεις.

Δεν είναι όμως και τόσο σπουδαία η υπόστασή του, ώστε από αυτόν να εξαρτάται η αταραξία σου.

* * *

Αν κατέχεσαι από επιθυμία για τη φιλοσοφία, να είσαι από τα πριν ετοιμασμένος ότι θα σε περιγελάσουν, ότι πολλοί θα σε πάρουν στο ψιλό, ότι θα πουν: «Να που μας ξεφύτρωσε έτσι ξαφνικά φιλόσοφος» ή «Από πού κι ως πού τούτο το φρύδι;».

Εσύ ωστόσο να μην έχεις έπαρση, να είσαι όμως σταθερός σ᾽ εκείνα που θεωρείς απόλυτα αγαθά, σαν να ᾽χες ταχθεί από τον θεό να σταθείς εκεί.

Και να μην ξεχνάς ότι αν μείνεις σταθερός στα αυτά πράγματα, οι ίδιοι άνθρωποι που πρωτύτερα σε περιγελούσαν θα σε κοιτάζουν έπειτα με θαυμασμό, ενώ αν λυγίσεις θα γελοιοποιηθείς διπλά.

* * *

Από εμάς εξαρτάται η αντίληψη, η ορμή, η όρεξη, η έκκλιση και -μ´έναν λόγο- όσα είναι έργα δικά μας.

Από εμάς δεν εξαρτάται το σώμα, τ’αποκτήματα, οι δοξασίες, τ’αξιώματα και -μ´ έναν λόγο- όσα δεν είναι έργα δικά μας.

Όσα εξαρτώνται από εμάς είναι φύσει ελεύθερα, ακώλυτα, ανεμπόδιστα, ενώ όσα δεν εξαρτώνται από εμάς είναι ασθενή, υποδουλωμένα, κωλυτά, αλλότρια.

Να θυμάσαι, λοιπόν, ότι εαν θεωρήσεις ως ελεύθερα τα φύσει υποδουλωμένα, και ως δικά σου τα αλλότρια, θα εμποδιστείς, θα πενθήσεις, θα ταραχτείς, θα μεμφθείς και Θεούς και ανθρώπους…

 * * *

Όπως σ᾽ ένα θαλασσινό ταξίδι, όταν το πλοίο ρίξει άγκυρα κάπου και βγεις στη στεριά για να πάρεις νερό, μπορείς, πηγαίνοντας, να σκύψεις να μαζέψεις κι ένα κοχύλι ή έναν βολβό, τον νου σου όμως πρέπει να τον έχεις καρφωμένο στο πλοίο και να στρέφεις πίσω διαρκώς το βλέμμα σου, προσέχοντας μήπως κάποια στιγμή σε φωνάξει ο καπετάνιος, κι άμα φωνάξει, θα τα παρατήσεις αμέσως όλα, μήπως και σε πετάξουν δεμένο στο καράβι, σαν τα πρόβατα· έτσι και στη ζωή σου, αν αντί για ένα κοχύλι κι ένα βολβό σου ᾽χει δοθεί γυναίκα και παιδί, δεν πρέπει αυτά να σου γίνουν εμπόδιο. 

Κι άμα σε φωνάξει ο καπετάνιος, να τα παρατήσεις όλα και να τρέξεις αμέσως στο πλοίο, κι ούτε να γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω σου.  Κι αν συμβαίνει να είσαι γέροντας, να μην απομακρυνθείς ποτέ από το πλοίο, μήπως και είσαι απών, όταν κάποτε εκείνος σε καλέσει.

* * *

Τους ανθρώπους ταράζουν όχι τα πράγματα, αλλά οι δοξασίες τους για τα πράγματα.

Δηλαδή: ο θάνατος δεν είναι δεινοπάθημα, γιατί και στον Σωκράτη έτσι θα φαινόταν, αλλά είναι δεινοπάθημα εκείνη η δοξασία η οποία θεωρεί τον θάνατο ως δεινοπάθημα.

Όταν, λοιπόν, εμποδιζόμαστε ή ταραζόμαστε ή λυπόμαστε, κανέναν άλλον να μη θεωρούμε ως υπαίτιο, παρά τους εαυτούς μας, δηλαδή τις δοξασίες μας.

 * * *

Μη ζητάς τα γινόμενα να γίνονται όπως θέλεις, αλλά να θέλεις τα γινόμενα όπως γίνονται, και θα ευροήσεις.

 * * *

Ποτέ και για τίποτε να μην πεις ότι «αυτό το έχασα», αλλά ότι «αυτό το απέδωσα».

Πέθανε το παιδί; Αποδόθηκε. Πέθανε η γυναίκα; Αποδόθηκε. «Μου αφαιρέθηκε το χωράφι;» Και τούτο, λοιπόν, αποδόθηκε.» Αυτός, όμως που μου το αφαίρεσε, είναι κακός».

Τι σε μέλει, λοιπόν, μέσω ποιού ανθρώπου σου απαίτησε εκείνος που σου το είχε δώσει;

Όσο σου το δίνει, να το επιμελείσαι ως αλλότριο, όπως οι περαστικοί το πανδοχείο.

 * * *

Αν κάποτε σου συμβεί να στραφείς προς τα εξωτερικά, επειδή επιθυμείς ν´’αρέσεις σε κάποιον, γνώριζε ότι απώλεσες την εσωτερική στάση σου.

 * * *

Άρα, όποιος επιμελείται όπως πρέπει την όρεξη και την έκκλιση, ταυτόχρονα επιμελείται και την ευσέβεια.

 * * *

Αν κάποιος σου αναγγείλει ότι ο δείνα σε κακολογεί, μην απολογείσαι για τα λεχθέντα, αλλ´ αποκρίσου ότι «το κάνει επειδή αγνοεί τα υπόλοιπα ελαττώματα μου, αλλιώς δεν θα έλεγε μόνο αυτά».

 * * *

Και όταν κάποιος σου πει ότι έχεις αρχίσει το έργο, επειδή και τα πρόβατα δεν φέρνουν χόρτο στους ποιμένες για να επιδείξουν πόσο έφαγαν, αλλά όταν μέσα τους χωνέψουν τη νομή, φέρνουν έξω το μαλλί και το γάλα.

Κ´ εσύ, λοιπόν μην επιδεικνύεις στους κοινούς ανθρώπους τα θεωρήματα αλλά τα έργα που προκύπτουν από την πέψη τους.

 * * *

 Μην αγκαλιάζεις τους αδριάντες αλλά, όταν κάποτε διψάσεις, πάρε νερό στο στόμα σου, μετά φτύσε το, και μην το πεις σε κανένα.

 * * *

Να μην ξεχνάς ότι είσαι ηθοποιός σ᾽ ένα δράμα – που ξετυλίγεται όπως θέλει ο ποιητής: Αν το θέλει σύντομο, σε σύντομο δράμα· αν το θέλει μεγάλο, σε μεγάλο.

Αν ο ποιητής θέλει να υποκριθείς ένα ζητιάνο, εσύ κι αυτόν τον ρόλο πρέπει να τον παίξεις καλά· το ίδιο έναν ανάπηρο, έναν άρχοντα ή έναν απλό άνθρωπο.

Γιατί η δική σου δουλειά είναι να παίξεις καλά τον ρόλο που σου δώσανε· η επιλογή του ρόλου είναι δουλειά αλλουνού.

από το βιβλίο «Εγχειρίδιον» του Επίκτητου

Σχόλια